Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το 2024
Τετάρτη 23 Ιουλίου 2025
Το Πανελλαδικό Σωματείο Εργαζομένων Σκλαβενίτη εγκαινιάζει από σήμερα μια νέα σειρά ενημερωτικών παρεμβάσεων για τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία, την αγορά εργασίας και την κοινωνική πολιτική, αξιοποιώντας επίσημες πηγές θεσμικών δρώντων.
Σκοπός μας είναι η συλλογική κατανόηση των μακροοικονομικών μεταβολών που επηρεάζουν έμμεσα ή άμεσα τη ζωή, τα εισοδήματα και τα δικαιώματα των εργαζομένων. Η αρχή γίνεται με την τελευταία Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 2024 (Απρίλιος 2025), ενώ θα ακολουθήσει η Ετήσια Έκθεση του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ για την Οικονομία και την Απασχόληση.
Η ελληνική οικονομία το 2024: ανάκαμψη με ανισότητες και ρωγμές
Η Τράπεζα της Ελλάδος διαπιστώνει ότι το 2024 η ελληνική οικονομία διατήρησε ρυθμό ανάπτυξης άνω του 2%, ξεπερνώντας τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Η απασχόληση αυξήθηκε, η ανεργία μειώθηκε, ο πληθωρισμός αποκλιμακώθηκε και τα δημόσια οικονομικά βελτιώθηκαν. Παράλληλα όμως, παραμένουν ενεργές οι κοινωνικές και εργασιακές ανισότητες, ενώ η δομή της αγοράς εργασίας παρουσιάζει σοβαρές ανισορροπίες.
Η ίδια η Έκθεση επισημαίνει ότι η θετική πορεία είναι εύθραυστη, εξαρτώμενη από τη δημοσιονομική πειθαρχία, τη διεθνή συγκυρία και την ικανότητα απορρόφησης ευρωπαϊκών πόρων. Τίθεται, εμμέσως πλην σαφώς, το δίλημμα: ανάπτυξη για ποιον, με ποια εργασία, με ποιες αποδοχές και με ποια αναδιανομή.
Η αγορά εργασίας: ανάκαμψη αριθμών, αλλά όχι δικαιωμάτων
Η συνολική απασχόληση αυξήθηκε κατά 2%, ενώ η ανεργία μειώθηκε στο 10,1%, δηλαδή στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας 15ετίας. Ωστόσο, η αύξηση της απασχόλησης δεν αφορά ισότιμα όλους τους εργαζομένους.
Σημαντική μερίδα της αύξησης οφείλεται σε εποχική και ευέλικτη εργασία, με υψηλό ποσοστό στους κλάδους του τουρισμού, της εστίασης, των logistics και των κατασκευών. Πρόκειται κυρίως για θέσεις με χαμηλή εξειδίκευση, περιορισμένα δικαιώματα και ασταθείς συνθήκες.
Η μείωση της μερικής απασχόλησης είναι θετική, ωστόσο δεν συνοδεύεται από ποιοτική αναβάθμιση των όρων εργασίας. Αντίθετα, παρατηρείται έντονη “στενότητα προσφοράς εργασίας”, δηλαδή έλλειψη προσωπικού, την ώρα που υπάρχει ακόμα πλήθος ανέργων. Η αντίφαση εξηγείται: οι εργοδότες δεν βρίσκουν “προσωπικό με τα κατάλληλα προσόντα”, δηλαδή εργαζόμενους πρόθυμους να εργαστούν σε χαμηλούς μισθούς και εντατικά ωράρια.
Στενότητα στην αγορά εργασίας – σημάδι ανισορροπίας, όχι ευημερίας
Η Έκθεση αποκαλύπτει ότι το ποσοστό των κενών θέσεων εργασίας αυξήθηκε στο 2,2% το 2024. Πιο συγκεκριμένα:
- Στα ξενοδοχεία και την εστίαση, οι κενές θέσεις φτάνουν το 8%
- Στις κατασκευές, το 3%
- Στη μεταποίηση, το 1,8%
Η Τράπεζα το αποδίδει στην αδυναμία εύρεσης εργατικού δυναμικού με “τα κατάλληλα προσόντα”. Πίσω από τον τεχνοκρατικό όρο, διακρίνουμε τη βαθύτερη αιτία: τη δυσκολία προσέλκυσης εργαζομένων σε κλάδους με υψηλή ένταση εργασίας, χαμηλές αποδοχές και ελαστικές συνθήκες.
Η “στενότητα” λοιπόν δεν είναι απόδειξη επιτυχίας της οικονομίας, αλλά ένδειξη κρίσης στο μοντέλο εργασιακής σχέσης που προωθείται επί δεκαετίες: επισφάλεια, χαμηλοί μισθοί, εξάρθρωση συλλογικών ρυθμίσεων.
Αμοιβές – Αυξήσεις μερικές, όχι για όλους
Το 2024 καταγράφηκε αύξηση στις συνολικές αμοιβές κατά 7,4%, ενώ και οι μέσες αποδοχές ανά μισθωτό αυξήθηκαν κατά 6%. Αυτό οφείλεται κυρίως:
- Στην αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 6,4% από 1η Απριλίου 2024
- Στην επαναφορά των τριετιών για πρώτη φορά από το 2012
- Στην επαναδραστηριοποίηση επιμέρους κλαδικών συλλογικών συμβάσεων
Ωστόσο, αυτή η εικόνα δεν αφορά το σύνολο των εργαζομένων. Πολλοί εξακολουθούν να εργάζονται με μισθούς κάτω από το όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης, ενώ αρκετοί εργοδότες αξιοποιούν τις εξαιρέσεις και την υποδηλωμένη εργασία.
Ανισότητα: η σκιά πίσω από τους αριθμούς
- Η Έκθεση αναγνωρίζει ότι η εισοδηματική ανισότητα παραμένει αυξημένη
και αποτυπώνεται σε όλους τους δείκτες: - Οι χαμηλόμισθοι χάνουν αγοραστική δύναμη παρά τις ονομαστικές
αυξήσεις - Η ανισοκατανομή του εισοδήματος επιτείνεται από τις μορφές
απασχόλησης και την άνιση εφαρμογή συλλογικών ρυθμίσεων - Τα νοικοκυριά με σταθερές συμβάσεις και διπλά εισοδήματα ευνοούνται
συγκριτικά
Η Έκθεση καταγράφει χωρίς περιστροφές το γεγονός ότι οι θεσμοί της αγοράς εργασίας δεν αρκούν για να αναχαιτίσουν τη διεύρυνση της απόστασης μεταξύ των “πολλών” και των “λίγων”.
Τι να κρατήσουμε, τι να διεκδικήσουμε
Η Έκθεση του Διοικητή προσφέρει μια τεχνικά άρτια αλλά κοινωνικά ουδέτερη αποτύπωση της οικονομίας. Για εμάς, το ζητούμενο είναι να μεταφράσουμε τους αριθμούς σε αγώνες. Να δούμε πώς οι εξελίξεις επηρεάζουν τη ζωή των συναδέλφων μας, πού υστερούμε και τι πρέπει να διεκδικήσουμε:
- Καθολική εφαρμογή συλλογικών συμβάσεων
- Κατώτατο μισθό αξιοπρέπειας, όχι απλής επιβίωσης
- Μέτρα ενάντια στην υποδηλωμένη εργασία
- Στήριξη στην εργατική κατοικία και την αγοραστική δύναμη
- Σύνδεση της αύξησης παραγωγικότητας με την αύξηση αμοιβών
Η ανάπτυξη που μετράται μόνο με ποσοστά ΑΕΠ δεν φτάνει στον πάγκο του καταστήματος, στο ράφι της αποθήκης, στο τραπέζι της λαϊκής οικογένειας.
Θα επανέλθουμε σύντομα με την παρουσίαση της Ετήσιας Έκθεσης του Ινστιτούτου Ερευνών της ΓΣΕΕ, η οποία αποτυπώνει από πιο εργατοκεντρικό πρίσμα την πορεία της οικονομίας και της απασχόλησης.
Γιατί ενημερωμένος εργαζόμενος σημαίνει και δυνατός εργαζόμενος.